Κεραμική
Παραδοσιακή Κρητική Κεραμική
Οι Κρητικoί Κεραμίστες του 20ου Αιώνα
ΟΙ ΚΡΗΤΙΚOI ΚΕΡΑΜΙΣΤΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ
ΟΙ ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΕΣ
Στην Κρήτη δημιουργήθηκαν από τις αρχές της δεύτερης χιλιετίας τέσσερα Κέντρα Κεραμικής, ένα σε κάθε Νομό. Δεν γνωρίζουμε τα αίτια αυτής της διάταξης ούτε τους ακριβής λόγους της επιλογής των χώρων, μιας και παντού στη Μεγαλόνησο υπάρχουν πλούσιες πηγές αργίλων.
Τα Κεραμικά Κέντρα αποτελούν χωριά όπου ένα ποσοστό μόνο του πληθυσμού ασχολείται με την αγγειοπλαστική, το δε επάγγελμα δεν μεταδίδεται αναγκαστικά από πατέρα σε γιο. Ως χειρονακτικό επάγγελμα άλλωστε θεωρείται από τους αγγειοπλάστες αλλά και από τους Κρήτες γενικά, σαν το χειρότερο του είδους, εξαιτίας της συνεχείς επαφής με λάσπες και το χαμηλό εισόδημα που απέφερε.
Οι αγγειοπλάστες διαιρούνται σε ειδικούς κατασκευαστές πιθαριών, τους «πιθαράδες» και σε αγγειοπλάστες μικρότερων μορφών. Απαραίτητοι βοηθοί είναι ο χωματάς που αναγνωρίζει και εξορύσσει τα στρώματα αργίλου και επεξεργάζεται την πρώτη ύλη έως τον πηλό και ο καμινιάρης που είναι ο ειδικός στη ρυθμίσει της φωτιάς, όταν ψήνεται στο καμίνι η φουρνιά των δοχείων. Η ευθύνη του τελευταίου είναι μεγάλη γιατί τα παραδοσιακά καμίνια δεν είχαν θερμόμετρα, ούτε δείχτες θερμοκρασίας και οποιοδήποτε λάθος στο 10-12ωρο ψήσιμο του καμινιού σήμαινε την αχρήστευση της παραγωγής.
Στα δυο μεγαλύτερα Κεραμικά Κέντρα οι αγγειοπλάστες λειτουργούσαν συντεχνιακά, δημιουργώντας μικρές ομάδες έξη ατόμων, το «τακίμι», που σκόρπιζαν σε όλη την Κρήτη, κάθε χρόνο από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο. Η κάθε ομάδα θα εργαζόταν όλη την περίοδο σε ένα προκαθορισμένο τόπο όπου υπήρχε πηγή αργίλου, νερό και καμίνι, ζώντας στην ύπαιθρο και απόμακρα από τα χωριά. Η εποχιακή μετακίνηση της συντεχνιακής ομάδας λέγονταν βεντέμα (τρύγος, συγκομιδή στα Ιταλικά) γιατί οι αγγειοπλάστες διάλεγαν κάθε χρόνο μια περιοχή όπου οι ελαιώνες θα είχαν καλή συγκομιδή (βεντέμα) και οπότε οι καλλιεργητές είχαν ανάγκη από πιθάρια, το πιο προσοδοφόρο αντικείμενο.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΤΕΧΝΙΑΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Η ομάδα αποτελείται από 6 άτομα το καθένα με συγκεκριμένη ειδικότητα. Επικεφαλής και υπεύθυνος της παρέας είναι ο Μάστορας , κατασκευαστής πιθαριών και μεγάλων αντικειμένων. Ο Σοτομάστορας (υπό το μάστορα) ασχολείται μόνο με τα μικρότερα δοχεία όπως πιάτα, κανάτια, ποτήρια, μικρές λεκάνες, στάμνες κλπ. Ο Χωματάς ασχολείται με την εξόρυξη των αργίλων και την επεξεργασία τους. Ο Καμινιάρης ετοιμάζει την καύσιμη ύλη και ελέγχει τη φωτιά του καμινιού. Ο Τροχάρης ενεργοποιεί το χειροκίνητο μικρό τροχό, το τροχί , στο οποίο πλάθεται το πιθάρι. Τέλος ο Κουβαλητής με το γάιδαρο του εκτελεί χρέη μεταφοράς των αργίλων, της καύσιμης ύλης και των νέων αγγείων προς πώληση στα γύρω χωριά.
Η ανεύρεση καινούργιου, κάθε χρόνο, χώρου εργασίας για την ομάδα, γίνεται το χειμώνα από το Μάστορα που περιοδεύει σε διάφορα μέρη της Κρήτης ψάχνοντας περιοχές όπου οι ελιές θα έχουν πολύ καρπό το επόμενο φθινόπωρο, γνωρίζοντας ότι το δένδρο αυτό αποδίδει μια χρονιά στις δύο.
Εφόσον βρεθεί η επιθυμητή περιοχή πρέπει να ενοικιάσει κάποιο καμίνι με συμφωνία του ιδιοκτήτη του. Στο θέμα αυτό υπάρχει ειδική παράδοση στην Κρήτη. Ας υποθέσουμε ότι μια ομάδα βρήκε κατάλληλο χώρο, αλλά εκεί δεν υπάρχει καμίνι. Ο Μάστορας διαλέγει έναν τόπο, πλησίον κοιτάσματος αργίλου, πηγής νερού και ευνοϊκού εδάφους για την κατασκευή του καμινιού, που συνήθως είναι αρκετά μεγάλων διαστάσεων. Διαπραγματεύεται με τον ιδιοκτήτη του τόπου την άδεια οικοδόμησης και φθάνοντας ενωρίς την άνοιξη με την ομάδα του κατασκευάζει το καμίνι μέσα σε 2-3 εβδομάδες. Το καμίνι μένει από εκεί κι ύστερα στην ιδιοκτησία του αγρότη που έχει τον τόπο.
Από χρόνο σε χρόνο το ενοικιάζει σε άλλους αγγειοπλάστες, ενδεχόμενα και πάλι στην ομάδα που το κατασκεύασε. Έτσι τα καμίνια της διασποράς ανήκουν στους γαιοκτήμονες και όχι στους αγγειοπλάστες. Με τα χρόνια δημιουργήθηκαν σε όλη την Κρήτη πληθώρα καμινιών και οι συντεχνιακές ομάδες δεν δυσκολεύονταν για την ανεύρεση και χρήση του απαραίτητου αυτού κτιρίου.
Όταν την άνοιξη έφταναν οι τεχνίτες στο χώρο εργασίας με τα βασικά τους εργαλεία, τον τροχό για τα μικρά αντικείμενα και τα 5-6 τροχιά για τα πιθάρια, καθώς και μερικά άλλα εφόδια φορτωμένα σε 2-3 γαϊδούρια, είχαν να οργανώσουν την εγκατάσταση, που μπορεί να μην είχε χρησιμοποιηθεί ένα έως και περισσότερα χρόνια. Δεν χρησιμοποιούσαν σκηνές και οι άνδρες κοιμόντουσαν στην ύπαιθρο, σε σημεία που βόλευε τον καθένα. Μαγείρευαν μια φορά την ημέρα, με βασικό προϊόν τα κοπανιστά ξερά κουκιά. Η εργασία ξεκινούσε την αυγή και τελείωνε με το λυκόφως. Οι δυο αγγειοπλάστες δούλευαν συνεχώς στους τροχούς τους, με βοηθό τον τροχάρη. Ο χωματάς όπως και ο καμινιάρης μετέφεραν στην περιοχή του καμινιού τον απαραίτητο άργιλο και τα ξύλα για την πυρά των αγγείων, όπως επίσης το νερό από κάποια κοντινή πηγή. Η μεταφορά γίνονταν με το ένα ή δυο γαϊδούρια που διέθεταν.
Τα νεόπλαστα αγγεία, τοποθετημένα σε σειρές στέγνωναν δυο-τρεις μέρες και στη συνέχεια ψήνονταν στο καμίνι. Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές ερχόντουσαν στο χώρο εργασίας και αγόραζαν τα αγγεία που είχαν ανάγκη, με χρήμα ή συχνότερα με είδος που έκανε το περισσότερο ανάγκη στους αγγειοπλάστες, όπως στάρι, κριθάρι και όσπρια.
Η διαδικασία για τα πιθάρια ήταν διαφορετική: ο πελάτης παράγγελνε αναγκαστικά τα δοχεία αυτά ανά ζεύγος. Ο πιθαράς με τον κουβαλητή τα πήγαιναν στο χωριό του παραγγελιοδόχου ο οποίος έλεγχε το καλό ψήσιμο ή τυχόν ελαττώματα, όπως ρωγμές, ενώπιον του πιθαρά ώστε σε περίπτωση διαφωνίας να γίνονταν αμέσως ο συμβιβασμός. Στο τέλος της θερινής περιόδου, η περίσσια παραγωγή μικρών και μεγάλων αντικειμένων φορτώνονταν σε μικρές παρτίδες στα γαϊδούρια και οι συνοδοί τα μετέφεραν από χωριό σε χωριό, ή σε κάποιο τοπικό παζάρι, για την απ’ ευθείας διάθεση των κεραμικών στην τοπική κοινωνία.
Οι «Βεντεμάριδες» επέστρεφαν στο χωριό τους με τις πρώτες, νυκτερινές υγρασίες και βροχές του φθινοπώρου. Τα κέρδη από τις πωλήσεις της θερινής περιόδου μοιράζονταν σε 6 μερίδες και ο καθένας αμείβονταν σύμφωνα με την ειδικότητα του και την ευθύνη που επωμίζονταν: ο μάστορας και ο καμινιάρης έπαιρναν ο καθένας από 1 ¼ , ο σοτομάστορας, ο χωματάρης και ο τροχάρης από 1 και ο κουβαλητής ½ μερίδιο.
ΤΑ ΜΟΝΙΜΑ ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ
Στα κεραμικά χωριά του Κεντριού και των Νοχίων ο κάθε αγγειοπλάστης είχε, στην περιφέρεια του Οικισμού, τον επαγγελματικό του χώρο που συμπεριλάμβανε:
* Ένα πρόχειρο κτήριο σαν εργαστήριο με τον τροχό και άλλα εργαλεία. Ήταν επίσης χώρος αποθήκευσης των ψημένων αγγείων.
* Ένα μέτριο καμίνι για τα μικρά αγγεία.
* Ένα υπαίθριο χώρο για την επεξεργασία του πηλού.
Μερικοί μεμονωμένοι κεραμιστές υπήρχαν κατ’ εξαίρεση σε χωριά της Κρήτης με οργανωμένα εργαστήρια, όπως περιγράφηκαν προηγούμενα.
Οι αγγειοπλάστες αυτοί δεν κατασκευάζουν πιθάρια.
Στα κέντρα των πιθαράδων, Θραψανό και Μαργαρίτες, υπήρχαν επίσης μερικά μόνιμα εργαστήρια όπου εργάζονταν ηλικιωμένοι κεραμιστές, κατασκευάζοντας μικρά δοχεία. Μετά τη δεκαετία του ‘60, όταν έπαυσαν οι εποχιακές μεταναστεύσεις, δημιουργήθηκαν στα χωριά αυτά μόνιμα εργαστήρια πιθαράδων με ευρύχωρα καμίνια και μεγάλους υπαίθριους χώρους επεξεργασίας της πρώτης ύλης και εναποθήκευσης των έτοιμων προϊόντων.