Select Page

Τα Μικρά Υφαντά

Οι ντρουβάδες, οι βούργιες και τα σακούλια γενικά υπήρξαν άλλοτε – και σε αρκετές περιοχές της Κρήτης ακόμα και σήμερα – αντικείμενα καθημερινής χρήσης για τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους της Κρήτης.

                                                                Βούργια, Μεράμπελλο 1860

Παρά την περιορισμένη επιφάνειά τους, τα υφαντά αυτά έχουν συχνά πολύ πλούσιο και περίτεχνο διάκοσμο και παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, όντας ταυτόχρονα μικρά αριστουργήματα αισθητικής αλλά και τεχνικής.

Σε όλα τα μικρά υφαντά με κεντητό στον αργαλειό διάκοσμο, παρατηρείται αυστηρότητα στην οργάνωση της επιφάνειας και υπακοή σε κανόνες απαράβατους – στα παλαιότερα τουλάχιστον υφαντά – που άλλοι ισχύουν σ’ ολόκληρη την Κρήτη κι άλλοι φαίνεται να ανήκουν στην ιδιαίτερη παράδοση της καθεμίας περιοχής.

                                                                    Σακούλι, Κίσσαμος 1885

Η οργάνωση των μοτίβων σε ζώνες και η συμμετρία του διακόσμου ως προς κατακόρυφο άξονα, είναι χαρακτηριστικά όλων των ξομπλιαστών σακουλιών της Κρήτης: υπάρχει πάντα μία κεντρική ζώνη – σε μερικές περιοχές αυτή η ζώνη αποκτά ιδιαίτερη σημασία – που αποτελεί τον άξονα συμμετρίας για τον διάκοσμο του υφαντού.

Στις βούργιες και τους ντρουβάδες συναντήσαμε τα μοτίβα που κοσμούν και τα μεγάλα υφαντά, αλλά και άλλα, ιδιαίτερα μοτίβα, που φαίνεται να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στα μικρά υφαντά.

                                                                Βούργια, Μυλοπόταμος 1955

Ο Τρόπος Κατασκευής

Από κατασκευαστική άποψη, διακρίνουμε τρεις διαφορετικούς τύπους σακουλιών:

Τύπος 1: στον αργαλειό υφαίνεται ένα ενιαίο ύφασμα με φάρδος 60 – 70 εκ. (όσο και το φάρδος που έχει τη δυνατότητα να βάλει ο αργαλειός) και μήκος περίπου ένα μέτρο. Το ύφασμα διπλώνεται στη μέση και ενώνεται με δύο ραφές, στις δύο συνεχόμενες πλευρές του. Αυτού του είδους τα σακούλια μπορεί να έχουν ίδιες ή διαφορετικές όψεις.

 

Κιλίμι, Κίσσαμος 1925. Σε όλη την επιφάνεια του υφαντού εναλλάσσονται ομοιόχρωμες με διακοσμημένες ζώνες, άλλοτε στενές και άλλοτε φαρδύτερες, με πιο περίπλοκα μοτίβα.

Τύπος2: στον αργαλειό υφαίνεται ένα ενιαίο ύφασμα με διαστάσεις 70Χ45 εκ. περίπου, διπλώνεται στη μέση και ενώνεται στις δύο απέναντι πλευρές του. Τα σακούλια του τύπου 2 έχουν και τις δύο όψεις τους ίδιες, και είναι μικρότερα απ’ αυτά του τύπου 1.

Τύπος 3: η μία πλευρά υφαίνεται ξεχωριστά απ’ την άλλη και ενώνονται στη συνέχεια. Οι ΄δυο όψεις του σακουλιού είναι διαφορετικές και διακρίνουμε την “καλή όψη”, αυτή που φαίνεται όταν το σακούλι είναι φορεμένο και τη “δευτερεύουσα”, που συνήθως είναι ριγωτή και υφαίνεται πιο γρήγορα και πιο εύκολα. Ο κατασκευαστικός τύπος 3 επικρατεί στις βούργιες που φοριούνται στην πλάτη και φαίνεται μόνο η μία τους πλευρά.

Πατανία, Κυδωνία 1980. Οι ομοιόχρωμες και “στατικές” ζώνες εναλλάσσονται με τις διακοσμημένες, που χαρακτηρίζονται από κινητικότητα και από ίδια φορά: μοιάζουν όλες με σειρές από βέλη που δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση.

Η Σχεδιαστική οργάνωση της Επιφάνειας

Στα ξομπλιαστά σακούλια της Κρήτης – και λέγοντας σακούλια συμπεριλαμβάνουμε πάντα τις βούργιες και τους ντρουβάδες – ολόκληρη η επιφάνεια της “καλής” πλευράς καλύπτεται με διάκοσμο.

Ανάλογα με τον ιδιαίτερο κάθε φορά τρόπο οργάνωσης της επιφάνειας, διακρίνουμε τέσσερις βασικούς τύπους ξομπλιαστών σακουλιών.

Κιλίμι, Κυδωνία 1930. Οι γεωμετρικοί σχηματισμοί είναι εδώ ρόμβοι: το περίγραμμα και η περιοδικότητά τους ορίζεται από το χρώμα, που λειτουργεί σχεδιαστικά.

Κιλίμι, Κυδωνία 1950. Τα σχέδια σ’ αυτό το κιλίμι είναι ρόμβοι, όπως και στο προηγούμενο. Το μοναδιαίο μοτίβο είναι διαφορετικό, όπως διαφορετικός είναι και ο κανόνας επανάληψης των χρωμάτων.

Τα Ξομπλιαστά Σακούλια του Ν. Λασιθίου

Τα λασιθιώτικα ξομπλιαστά σακούλια χαρακτηρίζονται από σαφήνεια και αυστηρότητα, που οφείλονται κυρίως στη λιτότητα των χρωματικών επιλογών αλλά και στην οργάνωση της επιφάνειάς τους.

 

                                                                Βούργια, Μεράμπελλο 1860

Αντίθετα με τη συντριπτική πλειοψηφία των ξομπλιαστών σακουλιών από άλλες περιοχές της Κρήτης, όπου το φόντο είναι κόκκινο, εδώ είναι άσπρο ή ώχρα. Για τα μοτίβα χρησιμοποιούνται κυρίως τα τρία βασικά χρώματα: μπλε, κόκκινο και – σε μικρότερες ποσότητες – κίτρινο.

Η λιτότητα στη χρωματική γκάμα συνοδεύεται από την ορθολογική χρήση των χρωμάτων: τα όμοια σχήματα χρωματίζονται πάντα με το ίδιο χρώμα, με αποτέλεσμα τα μοτίβα – που δεν είναι παρά χρωματικά σχήματα – επαναλαμβανόμενα μέσα στις ζώνες, να είναι πολύ σαφή και καθαρά.

ΟΜΑΔΑ 1: Μονόχρωμες ζώνες εναλλάσσονται με ζώνες διακοσμημένες με απλά μοτίβα. (Κιλίμι, Κυδωνία 1920)

 

Στη γενική εντύπωση της αυστηρότητας και της σαφήνειας που χαρακτηρίζει τα λασιθιώτικα ξομπλιαστά σακούλια, συμβάλλει και η απόσταση ανάμεσα στις διακοσμητικές ζώνες. Οι ζώνες αυτές διαχωρίζονται με δύο τρόπους: με την παρεμβολή είτε του άσπρου φόντου, είτε ζωνών εντελώς διαφορετικού χαρακτήρα, που αποτελούνται από ομαδοποιημένες, λεπτές ρίγες.

Κιλίμι, Κυδωνία 1930. Η διάταξη των χρωμάτων είναι τέτοια ώστε η τελική σχετική εντύπωση να είναι, ζώνες που επαναλαμβάνονται κανονικά.

Τα Ξομπλιαστά Σακούλια του Ν. Χανίων

Στο νομό Χανίων συναντήσαμε λίγα μόνο ξομπλιαστά σακούλια, που όλα έχουν κεντημένο το χαρακτηριστικό “σφακιανό” μοτίβο στην “καλή” πλευρά τους.

Το μοτίβο αυτό είναι το κεντρικό θέμα στα χανιώτικα σακούλια – προβάλλεται με το μέγεθός του και με την κεντροβαρική θέση του στην επιφάνεια του υφαντού, ενταγμένο σε μια φαρδιά διακοσμητική ζώνη.

Η υπόλοιπη επιφάνεια φαίνεται σα να συμπληρώνεται με ζώνες αισθητά στενότερες, που τοποθετούνται συμμετρικά ως προς την κεντρική ζώνη με το βασικό μοτίβο.

Το χρώμα που επικρατεί στα χανιώτικα σακούλια είναι το κόκκινο, κυρίως επειδή χρησιμοποιείται για το φόντο.

Στα μοτίβα χρησιμοποιούνται όλα τα χρώματα: μπλε, γαλάζιο, μωβ, ροζ, κόκκινο, ώχρα, πράσινο, άσπρο.

Τα Ξομπλιαστά Σακούλια της Κεντρικής Κρήτης

Στην Κεντρική Κρήτη (Νομοί Ηρακλείου και Ρεθύμνης) συναντήσαμε μία εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία ξομπλιαστών σακουλιών

 

Οι διαφοροποιήσεις μεταξύ τους αφορούν στο είδος του διακόσμου – φαρδιές ζώνες γεωμετρικών μοτίβων ή μόνο στενές ζώνες με πολύ απλά μοτίβα – στην οργάνωση της επιφάνειας του υφαντού και τέλος στα ίδια τα διακοσμητικά μοτίβα.

Κατά κανόνα οι βούργιες της Κεντρικής Κρήτης είναι έντονα κοκκινωπές. Η αίσθηση αυτή προκύπτει από το φόντο που είναι κόκκινο και που διαφαίνεται ανάμεσα στις ζώνες και τις γραμμές των μοτίβων.

Βούργιες Τύπου Ανωγείων

 

Σ’ ένα μεγάλο αριθμό από βούργιες συναντάμε τρεις κύριες διακοσμητικές ζώνες που τα μοτίβα τους ανήκουν σε δύο τύπους: είναι είτε ολόκληροι είτε “σπασμένοι” στις δύο γωνίες ρόμβοι.

Αυτόν τον τύπο διακόσμου τον χαρακτηρίζουμε σαν “τύπο Ανωγείων” γιατί, ενώ στα άλλα μέρη οι βούργιες αυτές αποτελούν ένα μικρό ποσοστό, στα Ανώγεια είναι ο τύπος που αναμφισβήτητα επικρατεί.

Οι παραλλαγές των μοτίβων στα υφαντά αυτά μπορεί σ’ εμάς να μοιάζουν ασήμαντες, έχουν όμως ιδιαίτερο νόημα για την υφάντρια, που βασισμένη σ’ αυτές χαρακτηρίζει αντίστοιχα τις ζώνες και συχνά και τις ίδιες τις βούργιες.

Βούργιες με Χαρακτηριστικές Διακοσμητικές Ζώνες

Εκτός από τις βούργιες με τις “κλασσικές” διακοσμητικές ζώνες, στην Κεντρική Κρήτη συναντάμε βούργιες με χαρακτηριστικές ζώνες μοτίβων, που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι ζώνες αυτές σπάνια συναντώνται στα μεγαλύτερα υφαντά (κιλίμια κ.λ.π.).

Βούργιες με Στενές Διακοσμητικές Ζώνες

Πολλές βούργιες της Κεντρικής Κρήτης έχουν μόνο στενές διακοσμητικές ζώνες με απλά μοτίβα. Συχνά οι ζώνες είναι τόσο λεπτές που τα μοτίβα τους δεν διακρίνονται και το υφαντό μοιάζει να είναι ριγωτό.

Άλλες φορές τα μοτίβα είναι μεγαλύτερα και τότε αποτελούν την αφορμή για ένα παιχνίδι της υφάντριας με τα χρώματα.