Μεταλλικά
Μεταλλικά Αντικείμενα στην Αρχιτεκτονική
Η Αρχιτεκτονική του Κρητικού Σπιτιού
Κατά την Ενετοκρατία (1204-1645) η αρχιτεκτονική των πόλεων επηρεάζεται από τα δυτικά πρότυπα και κατεξοχήν απ’ την Αναγέννηση. Τα σπίτια – αρχοντικά – έχουν μεγάλες διαστάσεις και εντάσσονται στον πυκνό πολεοδομικό ιστό, σε αρμονία με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική των ανωνύμων. Διατηρούν τον κυβικό χαρακτήρα, χωρίς όμως την διάσπαση του κτηριακού όγκου. Τα θυρώματα και τα ανοίγματα είναι ιδιαίτερα επιμελημένα και οι πόρτες εισόδου κυρίως είναι δουλεμένες με μεγάλη λεπτομέρεια.
Τα μεταλλικά εξαρτήματα επειδή κατασκευάζονται απ’ τους ντόπιους χαλκιάδες, έχουν το σχήμα και τη μορφή των αντίστοιχων της υπαίθρου.
Με την εγκαθίδρυση του κλασικισμού και στη συνέχεια του νεοκλασικισμού στην Ελλάδα, από τα μέσα του 19ου αιώνα, επηρεάζεται και η τεχνοτροπία της υπαίθρου.
Το σπίτι διατηρεί την ευελιξία και τις διαστάσεις του γενικότερα, όμως είναι διαφορετικά επιμελημένη η όψη και συγκεκριμένα το θύρωμα και η αυλόπορτα ή η πόρτα εισόδου, οι οποίες διαθέτουν πλέον μέγεθος και επιμέλεια ανάλογη των αρχοντικών στους ιστορικούς ιστούς των πόλεων (Ρέθυμνο, Χανιά).
Στην Κρήτη ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η μοναστηριακή αρχιτεκτονική, που είναι βασισμένη στην παραδοσιακή λαϊκή τεχνοτροπία. Τα μοναστήρια αποτελούνται από σύνθεση κυβικών λιτών κτισμάτων δημιουργώντας ουσιαστικά μικρά χωριά – κοινότητες, με όλα τα χαρακτηριστικά του κρητικού σπιτιού που προαναφέρθηκαν.
Όπως έγραφε η μεγάλη λαογράφος των νεώτερων χρόνων Αγγελική Χατζημιχάλη, δεν άλλαξε «η βασική διάταξη του ελληνικού σπιτιού, παρά μόνο σε λεπτομέρειες, γιατί οι βιοτικές ανάγκες, ο τρόπος ζωής, τα ήθη και τα έθιμα έμειναν σχεδόν τα ίδια στις διάφορες εποχές. Η ελληνική ζωή στα χρόνια μετά την άλωση δεν είναι παρά συνέχεια της βυζαντινής. Έτσι και το σπίτι όπως και η τέχνη των τελευταίων χρόνων με όλες τις ξενικές επιδράσεις δεν είναι παρά συνέχεια της βυζαντινής»[1]
Είναι σαφής όμως η διαφορά επιρροής στην ύπαιθρο και στις πόλεις.
Στην ύπαιθρο συνεχίζει η παραδοσιακή αρχιτεκτονική του λαϊκού κρητικού σπιτιού μέχρι και τον 19ο αιώνα, που χαρακτηρίζεται από την μορφολογική λιτότητα και πλαστικότητα του κτηριακού όγκου σε άμεση σχέση με την λειτουργικότητα της κάτοψης.
Το κρητικό σπίτι είναι εσωστρεφές. Η αυλή προστατεύεται από ψηλό μαντρότοιχο και υπάρχει σαφής διάκριση του ιδιωτικού και δημόσιου βίου και χώρου.
Το σπίτι στεγάζει την οικογένεια, η οποία μεγαλώνοντας απαιτεί πρόσθετους χώρους και αναπτύσσεται μαζί με το κτήριο. Οι χώροι εστίασης γύρω από το τζάκι, η κουζίνα, τα υπνοδωμάτια, οι χώροι της αυλής (φούρνοι και λοιποί βοηθητικοί χώροι), καθρεπτίζονται στις όψεις, με την ογκοπλαστική διάσπαση με κυβικά και καμπύλα σχήματα, καθώς και τα ανοίγματα που χαρακτηρίζουν την μορφολόγηση των όψεων.
Τα υπάρχοντα υλικά καθορίζουν το σύνολο της κατασκευής, δηλαδή το μέγεθος του κτηρίου και των ανοιγμάτων. Οι λύσεις δίνονται επί τόπου, στα πλαίσια του εφικτού και του απαραίτητου.
Έτσι τα σπίτια είναι λιθόκτιστα με χαμηλό ύψος, μερικώς διώροφα , με μικρά τοξωτά ή επίπεδα ανοίγματα. Οι πόρτες και τα παράθυρα είναι μικρού μεγέθους ξύλινα λιτά, με τα απαραίτητα μεταλλικά εξαρτήματα για τη λειτουργία τους. Τα δάπεδα είναι ξύλινα και τα δώματα ξύλινα με χωμάτινη επίστρωση. Το κρητικό σπίτι είναι επιχρισμένο και ασβεστωμένο λευκό.
Η όλη σύνθεση του λαϊκού κρητικού σπιτιού έχει μία υψηλή αρχιτεκτονική ποιότητα.
«Και δεν έχω δεί τίποτε πιο αρμονικό και γραφικό από αυτή τη διάταξη των μαζών που πηγάζει μ’ αυτό το φυσικό τρόπο και που, ενώ ούτε οφείλεται σε καμιά σύλληψη ενός συνόλου αρχιτεκτονικού ούτε φαίνεται να πηγάζει από καμιάν αφηρημένη αρχιτεκτονική, μολαταύτα κρύβει τόση φυσική αρμονία».[2]
[1] Α. Χατζημιχάλη, Σκύρος, Αθήνα 1925, αναφ. στο Δ. Φιλιππίδης, Νεοελληνική Αρχιτεκτονική, Αθήνα 1984, σελ. 157.
[2] Δ. Πικιώνη, «Κείμενα», Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987
Κύρια προτεραιότητα για την επιβίωση η αναγκαιότητα στέγασης, συντελεί στη δημιουργία του βασικού οικοδομήματος που είναι η κατοικία, το σπίτι και μέσα από την μελέτη του αντλούνται οι σπουδαιότερες πληροφορίες για την ιστορία του πολιτισμού και οι επιρροές και επιπτώσεις των ιστορικών, κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών στους λαούς και τις εθνότητες.
Η αρχιτεκτονική έκφραση είναι το αποτέλεσμα της συνθετικής δεινότητας των ντόπιων τεχνιτών, που με την σοφία τους και την παρατήρηση των προϋπαρχόντων κτισμάτων χτίζουν σπίτια λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες στέγασης, τις κλιματολογικές συνθήκες και τα διαθέσιμα υλικά που καθορίζουν την κατασκευή.
Η αρχιτεκτονική της Κρήτης διατήρησε μέσα στους αιώνες και κατά τη διάρκεια μακροχρόνιων κατακτήσεων τα μορφολογικά και τυπολογικά χαρακτηριστικά της. Οι επιδράσεις άλλων αρχιτεκτονικών τεχνοτροπιών ενσωματώθηκαν στα παραδοσιακά χαρακτηριστικά
Η τεχνοτροπία της Κρήτης έχει δεχθεί επιδράσεις (σε σχήματα και μοτίβα) από τη Β΄ Βυζαντινή Περίοδο (961-1204), που διατηρούνται στη Λαϊκή Αρχιτεκτονική παρά τις ξένες τάσεις που εμφανίστηκαν στο νησί. Οι Βυζαντινές Τέχνες μεταφέρθηκαν από μαστόρους του Βυζαντίου, έγιναν και βίωσαν ως λαϊκή παράδοση.