Μουσικά Όργανα
της Κρήτης
Ασκομανδούρα
Η ασκομαντούρα, πρόγονος της οποίας ήταν ο «άσκαυλος», είναι ένα αρχαίο πνευστό ποιμενικό όργανο.
Αποτελείται από τρία μέρη: το επιστόμιο, τον ασκό και την αυλακωτή σκάφη. Το όργανο δίνει τη δυνατότητα στον εκτελεστή να παίζει χωρίς να χρειάζεται να κάνει παύσεις για να αναπνεύσει, λόγω του ασκού, και παράγει μόνο έξι νότες, ωστόσο, η μουσική της είναι αξιοσημείωτη για τη ζωντάνια και την έντασή της.
Η ασκομαντούρα είναι όργανο σχετικά απλό στην κατασκευή του και συνήθως, ο οργανοπαίχτης «ασκομαντουράς» την κατασκευάζει ο ίδιος.
Το επιστόμιο, μέσα από το οποίο ο οργανοπαίχτης φυσά τον αέρα, είναι κατασκευασμένο από καλάμι ή ξύλο όπως η δαμασκηνιά και η αμυγδαλιά και σπανιότερα από οστό ζώου. Έχει μήκος που κυμαίνεται από 6 έως 12 εκατοστά και άνοιγμα που επιτρέπει το άνετο πέρασμα του αέρα.
Για την κατασκευή του ασκού επιλέγεται ολόκληρο το δέρμα ενός μικρού εριφιού, που δεν πρέπει να ξεπερνά τα 13 κιλά. Υπόκειται σε επεξεργασία με την παραμονή του σε αλάτι για 20 μέρες, πολύ καλό πλύσιμο και βρέξιμο με κρασί για να μαλακώσει.
Κρητική ασκομαντούρα κατασκευασμένη από τον οργανοποιό Αντώνη Στεφανάκη.
Παλαιότερα ο ασκός ξυριζόταν, ώστε να αφαιρεθεί όλη η γούνα του ζώου, τα τελευταία όμως χρόνια επιλέγεται να μένει στη φυσική του μορφή.
Εμπρόσθια όψη αυλακωτής σκάφης από την συλλογή του Μουσείου Κρητικής Εθνολογίας.
Οι νότες παράγονται από τους δύο καλαμένιους αυλούς που διαθέτουν κοντό επικρουστικό γλωσσίδι, όπως αυτό του κλαρινέτου. Πρέπει να έχουν το ίδιο μήκος και την ίδια εσωτερική διάμετρο ώστε να παράγουν τον ίδιο ακριβώς ήχο, να είναι δηλαδή, συντονισμένοι.
Φέρουν, ο καθένας, πέντε κυκλικές οπές που βρίσκονται σε ίση απόσταση μεταξύ τους και έχουν την ίδια διάμετρο.
Οι αυλοί τοποθετούνται ο ένας δίπλα στον άλλο μέσα στην αυλακωτή σκάφη και κολλιούνται με μελισσοκέρι. Η αυλακωτή σκάφη, που συχνά κοσμείται με περίτεχνα σχέδια, σκαλίζεται σε ξύλο όπως η πικροδάφνη, η φασκομηλιά, η συκιά, η μουριά, ή ο κέδρος κ.ά.
Έχει μήκος 20 έως 30 εκατοστά και καταλήγει σε χοάνη που ανάλογα με το πόσο ανοιχτή ή στενή είναι επηρεάζει και αυτή τον παραγόμενο ήχο.
Η ασκομαντούρα στο παρελθόν πρωτοστατούσε στα κρητικά γλέντια μόνη της ή με τη συνοδεία άλλων κρητικών οργάνων και παιζόταν κυρίως σε ανοιχτούς χώρους λόγω του δυνατού και διαπεραστικού της ήχου. Στις αρχές του 20ού αι. σταδιακά μειώθηκε η χρήση της με αποτέλεσμα το 1950 σχεδόν να εγκαταλειφθεί.
Σήμερα, οι ασκομαντούρες έχουν αρχίσει να εμφανίζονται και πάλι δειλά-δειλά στα κρητικά μουσικά σχήματα, θυμίζοντας πως αποτελούν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της μουσικής Κρητικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Οπίσθια όψη αυλακωτής σκάφης από την συλλογή του Μουσείου Κρητικής Εθνολογίας.